Γενική Ορολογία
Ιατρική Ορολογία

βλεννόρροια

  1. Αρχική
  2. νοσήματα
  3. σεξουαλικώς μεταδιδόμενα νοσήματα
  4. βλεννόρροια
βλεννόρροια
Εγκεκριμένος όρος: 30-Nov--0001