Γενική Ορολογία
Ιατρική Ορολογία

πτωματική ακαμψία

  1. Αρχική
  2. διάγνωση
  3. παθολογοανατομικές καταστάσεις
  4. θάνατος
  5. πτώμα
  6. πτωματική ακαμψία
πτωματική ακαμψία
Εγκεκριμένος όρος: 30-Nov--0001